21 September 2008

It’s Schumpeter, stupid

It’s Schumpeter, stupid

Το μοναδικό προβλέψιμο γεγονός της τωρινής κρίσης ήταν ότι τα πικραμένα ορφανά του μαρξισμού θα ξανάβγαιναν να διαπιστώσουν τις θεμελιώδεις αδυναμίες της αγοράς, το ότι γενικά είμαστε στο έλεος των «κερδοσκόπων» (μέσα στην άγνοιά τους, επενδυτικές τράπεζες και hedge funds είναι το ίδιο πράγμα, «κερδοσκόποι») και το ότι το κράτος μόνο μπορεί να μας σώσει. Η Καθημερινή, άσχετη με τα οικονομικά όσο και οι υπόλοιπες ελληνικές εφημερίδες, έχει και αρθράκι με τίτλο: "Καταρρέει ο υπαρκτός νεοφιλελευθερισμός" (εδώ και 20 χρόνια...) στο οποίο το επίπεδο της ανάλυσης και το αντικαπιταλιστικό μένος θυμίζει Βουλη των Εφήβων, και στο οποίο ο αρθρογράφος μέσα στην συγχιση του υποστηρίζει ότι το νεοφιλελεύθερο «Washington Consensus» συνιστούσε “weightless economy” (!!!) και άλλα κωμικά.

Οι άσχετοι και πικραμένοι αρθρογράφοι των ελληνικών εφημερίδων είναι απέλπιδες περιπτώσεις. Σε όλους τους υπόλοιπους όμως, κάποιος θα πρέπει να τους μιλήσει για το creative destruction του Schumpeter, δηλ. ότι οι αγορές και η οικονομία εξελίσσονται με booms και busts και μετά απο κάθε κύκλο η οικονομία είναι ισχυρότερη και η κοινωνία κερδισμένη. Κάποιος πρέπει να τους εξηγήσει ότι η επιτυχία του καπιταλισμού δεν μετριέται με την άνοδο ή πτώση του Dow Jones , ότι η επανεκτίμηση-πτώση της αξίας ή ακόμα και χρεωκοπία τραπεζών είναι μια υγιής αντίδραση σε ένα δυναμικό-εξελικτικό περιβάλλον όπου τα δεδομένα και οι διαδικασίες συνεχώς αλλάζουν. Κάποιος πρέπει να τους πει ότι η κυβέρνηση Μπους (που τόσο μισούνε στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής) είναι η πιο κρατικιστική και σπάταλη των τελευταίων δεκαετιών στις Η.Π.Α. και ότι η πρόσφατη επέμβαση στις αγορές προφανώς δεν σημαίνει ότι ήτανε και σωστή. Κάποιος τέλος πρέπει να τους πει ότι τα τα προβλήματα και οι αιτίες αυτής της κρίσης κάθε άλλο παρά έχουν να κάνουν με θεμελιώδεις αδυναμίες της αγοράς.

Σε αυτήν την κρίση, υπάρχουν τρία βασικά προβλήματα. Το ένα είναι το principal agent πρόβλημα που έχουν οι επενδυτικές τράπεζες, πολύ απλά δηλαδή την κατάσταση στην οποία ο ιδιοκτήτης-μέτοχος (principal) έχει διαφορετικά κίνητρα από τον υπάλληλο-investment banker (agent). Πρακτικά, το πρόβλημα είναι ότι η αμοιβή του banker έχει απεριόριστο upside και περιορισμένο/μηδαμινό downside, άρα έχει κίνητρο να παίρνει μεγάλα επενδυτικά ρίσκα με βραχύ χρονικό ορίζοντα. ‘Ετσι για παράδειγμα ένας banker ενώ ξέρει ότι πουλάει toxic assets στους επενδυτές, ή ότι η πίστωση (leverage) που δίνει δεν είναι βιώσιμη, ξέρει ότι η ίδια η τράπεζα στο μέλλον ίσως να χάσει, αλλά υπολογίζει ότι θα πάρει το ετήσιο bonus του πριν σκάσει η όποια φούσκα. Την ίδια στιγμή, τα «διαβολικά» hedge funds που έχουν διαφορετική εταιρική δομή στην οποία ο manager βάζει ένα σημαντικό μέρος της δικής του περιουσίας στο fund, (άρα δεν έχουν principal agent πρόβλημα), φαίνετα να είναι ανέγγιχτα σχεδόν από την κρίση. Το ένα πρόβλημα λοιπόν είναι ότι η εταιρική δομή πρέπει να εξισώνει τα κίνητρα μετόχων και υπαλλήλων. Όπως δείχνουν και τα hedge funds, αυτό ΔΕΝ είναι θεμελιώδες πρόβλημα της αγοράς. Το αντίθετο, η χρεωκοπία της Lehman δείχνει ακριβώς ότι οι αγορές είναι δίκαιες, και ότι (εάν δεν υπάρχει κρατικός παρεμβατισμός όπως με την Bear Sterns) η κακή διαχείριση τιμωρείται. Ρωτήστε και τον πολύ Dick Fuld, τον CEO της Lehman, που έχει χάσει μέχρι τώρα $200M.
Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα είναι το moral hazard, που προκαλείται ακριβώς από τις κρατικές «σωτήριες» παρεμβάσεις. Για παράδειγμα, η διάσωση του Long Term Capital Management περίπου 10 χρόνια πριν με δικαιολογία την σταθεροποίηση των αγορών, περισσότερο κακό έκανε κατα την γνώμη μου, γιατι δημιούργησε την εντύπωση ότι τα μεγάλα επενδυτικά funds μπορούν να παίρνουν μεγάλα ρίσκα χωρίς τις απώλειες όταν τα bets πάνε στραβά, γιατί οι κεντρικές τράπεζες θα επεμβαίνουν για να τα σώζουν. Η πρόσφατη επέμβαση της Fed να αγοράσει όλα τα toxic assets των τραπεζών πιστεύω ότι πέρα από ανήθικη, μακροχρόνια θα είναι επιβλαβής γιατι επιβραβεύει επικίνδυνες συμπεριφορές και κακή διαχείριση ρίσκου . Σε κάθε περίπτωση, το moral hazard είναι πρόβλημα όχι της αγοράς, αλλά του κρατικού παρεμβατισμού.
Το τρίτο πρόβλημα, πιο πρακτικό, είναι η αρχή της λογιστικής μεθόδου mark-to-market που έχουν επιβάλλει πρόσφατα οι regulators. Σύμφωνα με αυτήν, η αξία των assets που έχει κάθε τράπεζα θα πρέπει να υπολογίζεται όχι με την ιστορική τιμή, αλλά με την τωρινή τιμή της αγοράς. Σαν αρχή είναι λογικότατη και πολύ χρήσιμη σε συμβατικά ομόλογα, μετοχές κλπ. Αλλά όταν μιλάμε για καινούρια προϊόντα όπως τιτλοποιήσεις κλπ. Όπου η αγορά δεν είναι αρκούντως ρευστή, μια πράξη πώλησης για παράδειγμα από την distressed Merrill Lynch σε πολύ χαμηλά επίπεδα θα ρίξει αυτόματα την λογιστική αξία όλων των παρόμοιων χαρτιών όλων των τραπεζών. Απότελεσμα θα είναι κάποια άλλη distressed τράπεζα να αναγκαστεί να πουλήσει παρόμοια χαρτιά σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα, κ.ο.κ. Άρα η μέθοδος αυτή μπορεί σε συγκεριμένες περιπτώσεις χαμηλής ρευστότητας να οδηγήσει σε ένα “vicious cycle” μείωσης της λογιστικής αξίας σε μηδαμινά επίπεδα, που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματική αξία των χαρτιών. Και αυτό το πρόβλημα προφανώς δεν έχει να κάνει με κάποια αδυναμία του νεοφιλελευθερισμού, αλλά με την εύρεση και χρησιμοποίηση ενός καλύτερου λογιστικού standard.

Οι αγορές αυτοδιορθώνονται, με τους σύντροφους δημοσιογράφους που μπουρδολογούν να δούμε τι θα γίνει...